ΓΡΑΦΕΙ Ο ΘΕΜΗΣ ΚΑΙΣΑΡΗΣ ΣΤΗ ΣΤΟΙΧΗΜΑΤΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ MATCHMONEY
Θέμης Καίσαρης: «Θα τους τα λέγαμε και δεν θα μας πιστεύανε»
Το κείμενο θα μπορούσε να έχει γραφτεί οποιαδήποτε στιγμή. Η συγκεκριμένη επιλέγεται γιατί πάρα πολύς κόσμος είδε το μεσημέρι της Κυριακής το Λίβερπουλ - Γιουνάιτεντ, που ευτυχώς η Νόβα αποφάσισε εκτάκτως να συμπεριλάβει στο κουτσουρεμένο πρόγραμμά της. Και το «ευτυχώς» δεν πάει στην ευκαιρία που είχαμε να δούμε ζωντανά το μεγαλύτερο παραδοσιακό ντέρμπι του Νησιού και τις εκδηλώσεις πριν από τη σέντρα για τα θύματα του Χίλσμπορο.
Το «ευτυχώς» πάει στο γεγονός πως είχαμε όλοι τη δυνατότητα να δούμε την διαιτησία του Χάσλι, διαιτησία που αν το ματς δεν ήταν ζωντανό, θα ήταν δύσκολο να περιγραφεί σ' αυτούς που δεν είδαν το ματς. «Θα τους τα λέγαμε και δεν θα μας πιστεύανε», όπως λέει κι ένας φίλος μου. Το αποτέλεσμα ήταν να πυροδοτηθεί μια συζήτηση για τη διαιτησία που δεν έχει προηγούμενο. Ναι, προφανώς κι έχουμε δει κι άλλα ευρωπαϊκά παιχνίδια που μας έκαναν να μιλάμε για καιρό για τη διαιτησία, αλλά ήταν αγώνες νοκ-άουτ στο Champions League ή μεταξύ εθνικών ομάδων σε Euro και Μουντιάλ.
Ενα απλό ντέρμπι, στην 5η μόλις αγωνιστική, που δεν έκρινε απολύτως τίποτα, δεν έχει προκαλέσει ποτέ τέτοια συζήτηση. Αρθρα ακόμα και σε ελληνικά μέσα, αναρτήσεις και ατελείωτες συζητήσεις στα social media, αντιπαραθέσεις που ακόμα δεν έχουν τελειώσει.
Γιατί; Για μια αποβολή και ένα πέναλτι; Οχι, φυσικά όχι. Λάθη συμβαίνουν, θα μου πείτε. Στο φινάλε, πόσοι είχαν την ψυχραιμία να δουν πως παρότι ο Σέλβι πήγε με επικίνδυνο τρόπο στη διεκδίκηση, o παίκτης της Λίβερπουλ είναι αυτός που πάει με το ένα πόδι κι ο Εβανς αυτός που πάει με τα δύο; Για κάποιους είναι σωστή απόφαση, για κάποιους θα έπρεπε να αποβληθούν κι οι δύο, ο διαιτητής έχει τα δίκια του. Το ίδιο ισχύει και για το πέναλτι. Προφανώς και δεν είναι, αλλά έχουμε δει να δίνονται και σε ακόμα πιο ανύπαρκτες περιπτώσεις.
Το θέμα δεν ήταν οι δύο αποφάσεις. Το θέμα δεν ήταν καν η συνολική διαιτησία του Χάσλι, που άφησε τον οποιονδήποτε ουδέτερο θεατή με την αίσθηση πως δεν ήταν απλώς ότι έκανε δύο λάθη. Το θέμα είναι πως η συγκεκριμένη αναμέτρηση, χωρίς να συνιστά σφαγή άνευ προηγουμένου, ξεχείλισε το ποτήρι. Οι Κινέζοι λένε πως ακόμα κι ένας κόκκος ρυζιού είναι αρκετός για να βυθίσει ένα καράβι, αρκεί να είναι ο τελευταίος. Και μπορεί αυτός να μην ήταν ο τελευταίος που το βύθισε, αλλά σίγουρα ήταν αυτός που έκανε το καράβι να γείρει και να τραβήξει πάνω του όλη την προσοχή.
Και το «καράβι» δεν είναι άλλο από την προκλητική πια αβάντα που έχει η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Οχι για μια αποβολή, όχι για ένα πέναλτι, αλλά γιατί δεν γίνεται κάποιος να μην προσέξει ότι τα «γεγονότα» δεν είναι απομονωμένα, αλλά μια αλυσίδα από εδώ μέχρι το Μάντσεστερ. Αλυσίδα που δεν ξεκίνησε φέτος φυσικά, αλλά οι κρίκοι της ξεκινάνε από την περσινή, ακόμα και την προπέρσινη σεζόν.
Κάποτε βέβαια δεν υπήρχαν κουκκίδες να ενώσεις. Κάποτε ήταν απλώς «η βοήθεια που απολαμβάνουν όλες οι μεγάλες ομάδες στον κόσμο», δεν υπήρχε κάτι πιο μεγάλο απ' αυτό. Κάποτε η μεγάλη ομάδα του 2009 έχανε 2-0 στο ημίχρονο στο Ολντ Τράφορντ από την Τότεναμ και χρειάστηκε πρώτα να μειώσει με ένα γελοίο πέναλτι που της έδωσε ο Γουέμπ στο 57' πριν σκορπίσει την Τότεναμ με 5-2 και πάρει το κρίσιμο ματς και τελικώς τον τίτλο εκείνης της χρονιάς.
Μόνο που εκείνη η ομάδα ήταν ήδη πρωταθλήτρια Αγγλίας και κάτοχος του Champions League. Εκείνη η ομάδα είχε πάρει αήττητη τη μεγάλη κούπα στη Μόσχα τον Μάιο του 2008 κι έφτασε αήττητη μέχρι τον τελικό της Ρώμης τον Μάιο του 2009, για να υποταχθεί μόνο στην πρώτη εμφάνιση της μεγάλης Μπαρτσελόνα. Εκεί η ομάδα είχε τον Βίντιτς και τον Φέρντιναντ τρία χρόνια νεότερους κι υγιείς. Είχε τον Φαν ντερ Σάαρ και τον Εβρά στην καλύτερη κατάσταση της καριέρας τους. Είχε μαζί τον Ρούνι, τον Κριστιάνο Ρονάλντο, τον Τέβες, τον Μπερμπάτοφ και τον Νάνι. Είχε νεότερους ακόμα και τον Γκιγκς με τον Σκόουλς, είχε τον Κάρικ, τον Αντερσον, τον Φλέτσερ κι ο μόνος που είχε χάσει ήταν ο Χάργκριβς, που είχε τραυματιστεί.
Για όλα αυτά, δεν υπήρχαν και πολλά να συζητήσεις επειδή πήρε ένα αστείο πέναλτι και τελικώς έκανε 5-2 ένα 0-2 στο ημίχρονο πέντε αγώνες πριν το τέλος και πήρε το πρωτάθλημα. Η Γιουνάιτεντ ήταν απλώς πολύ καλή, πάρα πολύ καλή, και τελείωσε τη σεζόν με 90 πόντους, τέσσερις περισσότερους από τους 86 της Λίβερπουλ, που είχε χάσει μόνο δύο αγώνες μέσα στη σεζόν. Γελοίο ή όχι το πέναλτι που της έδωσε ο Γουέμπ, δεν μπορούσες να σταθείς και πολύ σ' αυτό. «Η μικρή αβάντα του πρωταθλητή», σιγά το πράγμα.
Τα χρόνια πέρασαν. Και πέρσι η Γιουνάιτεντ, με μια δυναμικότητα που είναι αστείο να τη συγκρίνει κανείς με αυτή του 2009, έχασε το πρωτάθλημα μόνο στην ισοβαθμία από μια πανίσχυρη Σίτι. Η ομάδα που στους ομίλους του Champions League όχι μόνο αποκλείστηκε (όπως κι η Σίτι άλλωστε) αλλά κατάφερε να κερδίσει μόνο την Οτελούλ. Πώς γίνεται; Μόνο χάρη στη φανέλα και στο DNA του πρωταθλητισμού;
Μάλλον όχι. Γίνεται γιατί πολύ απλά η περσινή Γιουνάιτεντ είχε μια βοήθεια που ξεπέρασε κάθε προηγούμενο στην Premier League. Στο πρώτο ντέρμπι με την Τσέλσι στο Ολντ Τράφορντ είδε τον ίδιο επόπτη να την αφήνει να φτάσει στο 2-0 με δύο γκολ ξεκάθαρα οφσάιντ, μπροστά στα μάτια του. Οταν επισκέφθηκε το Στάμφορντ Μπριτζ, βρέθηκε να χάνει με 3-0 στο 2ο ημίχρονο και πήρε δύο αστεία πέναλτι για να κάνει το ματς ντέρμπι ξανά και να γλιτώσει με 3-3. «Η καρδιά του πρωταθλητή».
Την ίδια ώρα η Σίτι έβρισκε κόντρα όπου μπορούσε να τη βρει, με τον ίδιο τρόπο που την έβρισκε κι η Αρσεναλ το 2010. Η Γιουνάιτεντ στεκόταν όρθια ακόμα κι όταν δεν μπορούσε κι οι «άλλοι γκέλαραν, επειδή δεν έχουν την φανέλα, δεν αντέχουν τον πρωταθλητισμό», έτσι έλεγαν όλοι. Μόνο που πρωταθλητισμός είναι να μπορείς να κερδίζεις ακόμα κι όταν είσαι κακός. Οταν, όμως, ο αντίπαλός σου δεν χάνει ακόμα κι όταν πρέπει, γιατί δεν τον αφήνουν να χάσει, πώς να αντέξεις;
Και φτάσαμε στο τέλος της σεζόν, στα must-win παιχνίδια. Γιουνάιτεντ - ΚΠΡ, με τους φιλοξενούμενους να παλεύουν για τη σωτηρία. Στο 15' κάθετη στον Ασλι Γιανγκ, που είναι οφσάιντ με ένα σώμα απόσταση από τους αμυντικούς. Ο επόπτης έχει ξεκάθαρα τη φάση μπροστά του, δεν σηκώνει τη σημαία. Ο Γιανγκ βουτάει μεγαλοπρεπώς με το πρώτο άγγιγμα, πέναλτι κι αποβολή στο 15'. Λάθη γίνονται, οι βουτιές ξεγελάνε, αλλά τέτοιο οφσάιντ, μπροστά στα μάτια σου, δεν το σηκώνεις μόνο αν δεν θες να το σηκώσεις.
Γελάει όλο το Νησί με τη φάση, η Γιουνάιτεντ χάνει με 1-0 εκτός από τη Γουίγκαν στο επόμενο παιχνίδι και επιστρέφει στο Ολντ Τράφορντ απέναντι στη Βίλα. Μόλις στο 7ο λεπτό, ο Γιανγκ κάνει μια ακόμα πιο γελοία βουτιά, μπροστά στα μάτια του διαιτητή. Ο Χάσλι (ω, τι σύμπτωση) δεν έχει κανένα πρόβλημα να δείξει τη βούλα, παρότι σίγουρα έχει δει τον ίδιο παίκτη να βουτάει δυο βδομάδες νωρίτερα στον αγώνα με την ΚΠΡ.
Σαν να μην έφταναν τα περσινά, το ίδιο βιολί συνεχίζεται και φέτος. Σαουθάμπτον - Γιουνάιτεντ, η ομάδα του Φέργκιουσον χάνει με 2-1, πάσα στον Φαν Πέρσι, καθαρό τάκλιν με το ένα πόδι που διώχνει την μπάλα, πέναλτι. Επόμενο ματς, εντός απέναντι στη Γουίγκαν, 5ο λεπτό, ο Γουέλμπεκ τσιμπάει την μπάλα, βουτάει με τρόπο που ξεπερνάει ακόμα και τη γελοιότητα του Γιανγκ, αφού δεν υπάρχει καν η ελάχιστη επαφή, πέναλτι. Επόμενο ματς, στο Ανφιλντ, ο Βαλένσια ξεχύνεται, δεν επιχειρεί καν να σουτάρει, περιμένει την όποια επαφή, πέναλτι.
Τα δύο από τα τρία δεν μπήκαν κι η Γιουνάιτεντ κέρδισε με καθαρά γκολ και τη Σαουθάμπτον και τη Γουίγκαν. Αλλά το θέμα δεν είναι το όποιο τελικό αποτέλεσμα. Το θέμα είναι η τρομερή ευκολία με την οποία οι διαιτητές συνεχίζουν να πηγαίνουν στη βούλα, ενώ έχουν δει πως στον προηγούμενο αγώνα έχουν δοθεί πέναλτι που δεν είναι. Οι καλύτεροι διαιτητές στον κόσμο, αυτοί που μισούν τις βουτιές. Αυτοί που λένε «παίζετε» και βγάζουν κάρτες σε όποιον πάει να τους κοροϊδέψει. Αυτοί που αν τελικώς ξεγελαστούν από κάποιον παίκτη, δώσουν το πέναλτι και μετά το τέλος δουν πως δεν ήταν, τον βάζουν αμέσως στο σημάδι και δεν του δίνουν ούτε τον πυρετό τους, ακόμα και σε φάσεις που μπορεί να υπάρχει παράβαση. Αυτοί οι διαιτητές επιμένουν να μη σηκώνουν τη σημαία, ακόμα και σε φάσεις που γίνονται μπροστά στα μάτια τους, επιμένουν να πηγαίνουν διαρκώς στη βούλα, ακόμα και σε φάσεις που δεν γίνεται ούτε να ξεγελαστείς.
Ξέρω. Οι οπαδοί της Γιουνάιτεντ θα θυμηθούν πολλά. Θα πουν πως το γκολ της Τσέλσι που έκρινε κάποτε έναν τίτλο ήταν οφσάιντ, πως πέρσι δόθηκε λανθασμένα πέναλτι στη Νιούκαστλ στο Ολντ Τράφορντ, πως στο περσινό 3-3 με την Τσέλσι ζήτησαν πέναλτι με το ματς στο 0-0 και διάφορα άλλα. Προφανώς και δεν γίνεται να περάσουν 38 αγωνιστικές χωρίς οι διαιτητές να πάρουν λάθος απόφαση εναντίον σου.
Αλίμονο αν τα όποια λάθη εναντίον της Γιουνάιτεντ μπορούν να αντισταθμίσουν αυτό που συμβαίνει υπέρ της, κατά συρροή και κατ' εξακολούθηση. Συνήθως, αν πάρεις ένα σφύριγμα που μετά αποδειχθεί λανθασμένο, ή έστω αμφισβητούμενο, το «πληρώνεις» όταν σου αρνούνται κάτι «πιο καθαρό». Εδώ η ευκολία παραμένει ίδια σε βάθος χρόνου, εδώ η βοήθεια είναι σχεδόν πάντα παρούσα αν κι εφόσον χρειαστεί, ή ακόμα και στην αρχή, για να μην υπάρχει άγχος. Δεν γίνεται να μην το δεις.
Είναι δικαίωμα του καθενός να πιστεύει πως όλα αυτά προέρχονται από έναν πικραμένο οπαδό της Λίβερπουλ. Το κατά πόσο έχω εμπάθεια εναντίον της Γιουνάιτεντ ή όχι μπορεί ο καθένας να το κρίνει με βάση τα κείμενά μου τόσα χρόνια, έντυπα ή διαδικτυακά. Ομως, σκεφτείτε πως το θέμα εδώ και καιρό δεν είναι η Λίβερπουλ που βολοδέρνει, αλλά οι ομάδες που έχουν τους ίδιους στόχους με τη Γιουνάιτεντ, η Τσέλσι, η Αρσεναλ, η Σίτι.
Αγαπητοί μου, όπως και με τον Ολυμπιακό της παράγκας, το πρόβλημα δεν είναι του αιωνίου αντιπάλου, «που καλύτερα να κοιτάει τα χάλια του». Είναι όλων των ομάδων, είτε παλεύουν για το πρωτάθλημα είτε κυνηγάνε την έξοδο στην Ευρώπη είτε μάχονται για τη σωτηρία. Οπότε, αν αρνείστε να δείτε τι συμβαίνει και τα βλέπετε όλα φυσιολογικά, είναι καιρός να υιοθετήσετε και την ολυμπιακή καραμέλα εκείνων των χρόνων και να ξεμπερδεύετε. Είμαστε όλοι αντί-Γιουνάιτεντ, αυτό φταίει.
Το «ευτυχώς» πάει στο γεγονός πως είχαμε όλοι τη δυνατότητα να δούμε την διαιτησία του Χάσλι, διαιτησία που αν το ματς δεν ήταν ζωντανό, θα ήταν δύσκολο να περιγραφεί σ' αυτούς που δεν είδαν το ματς. «Θα τους τα λέγαμε και δεν θα μας πιστεύανε», όπως λέει κι ένας φίλος μου. Το αποτέλεσμα ήταν να πυροδοτηθεί μια συζήτηση για τη διαιτησία που δεν έχει προηγούμενο. Ναι, προφανώς κι έχουμε δει κι άλλα ευρωπαϊκά παιχνίδια που μας έκαναν να μιλάμε για καιρό για τη διαιτησία, αλλά ήταν αγώνες νοκ-άουτ στο Champions League ή μεταξύ εθνικών ομάδων σε Euro και Μουντιάλ.
Ενα απλό ντέρμπι, στην 5η μόλις αγωνιστική, που δεν έκρινε απολύτως τίποτα, δεν έχει προκαλέσει ποτέ τέτοια συζήτηση. Αρθρα ακόμα και σε ελληνικά μέσα, αναρτήσεις και ατελείωτες συζητήσεις στα social media, αντιπαραθέσεις που ακόμα δεν έχουν τελειώσει.
Γιατί; Για μια αποβολή και ένα πέναλτι; Οχι, φυσικά όχι. Λάθη συμβαίνουν, θα μου πείτε. Στο φινάλε, πόσοι είχαν την ψυχραιμία να δουν πως παρότι ο Σέλβι πήγε με επικίνδυνο τρόπο στη διεκδίκηση, o παίκτης της Λίβερπουλ είναι αυτός που πάει με το ένα πόδι κι ο Εβανς αυτός που πάει με τα δύο; Για κάποιους είναι σωστή απόφαση, για κάποιους θα έπρεπε να αποβληθούν κι οι δύο, ο διαιτητής έχει τα δίκια του. Το ίδιο ισχύει και για το πέναλτι. Προφανώς και δεν είναι, αλλά έχουμε δει να δίνονται και σε ακόμα πιο ανύπαρκτες περιπτώσεις.
Το θέμα δεν ήταν οι δύο αποφάσεις. Το θέμα δεν ήταν καν η συνολική διαιτησία του Χάσλι, που άφησε τον οποιονδήποτε ουδέτερο θεατή με την αίσθηση πως δεν ήταν απλώς ότι έκανε δύο λάθη. Το θέμα είναι πως η συγκεκριμένη αναμέτρηση, χωρίς να συνιστά σφαγή άνευ προηγουμένου, ξεχείλισε το ποτήρι. Οι Κινέζοι λένε πως ακόμα κι ένας κόκκος ρυζιού είναι αρκετός για να βυθίσει ένα καράβι, αρκεί να είναι ο τελευταίος. Και μπορεί αυτός να μην ήταν ο τελευταίος που το βύθισε, αλλά σίγουρα ήταν αυτός που έκανε το καράβι να γείρει και να τραβήξει πάνω του όλη την προσοχή.
Και το «καράβι» δεν είναι άλλο από την προκλητική πια αβάντα που έχει η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Οχι για μια αποβολή, όχι για ένα πέναλτι, αλλά γιατί δεν γίνεται κάποιος να μην προσέξει ότι τα «γεγονότα» δεν είναι απομονωμένα, αλλά μια αλυσίδα από εδώ μέχρι το Μάντσεστερ. Αλυσίδα που δεν ξεκίνησε φέτος φυσικά, αλλά οι κρίκοι της ξεκινάνε από την περσινή, ακόμα και την προπέρσινη σεζόν.
Κάποτε βέβαια δεν υπήρχαν κουκκίδες να ενώσεις. Κάποτε ήταν απλώς «η βοήθεια που απολαμβάνουν όλες οι μεγάλες ομάδες στον κόσμο», δεν υπήρχε κάτι πιο μεγάλο απ' αυτό. Κάποτε η μεγάλη ομάδα του 2009 έχανε 2-0 στο ημίχρονο στο Ολντ Τράφορντ από την Τότεναμ και χρειάστηκε πρώτα να μειώσει με ένα γελοίο πέναλτι που της έδωσε ο Γουέμπ στο 57' πριν σκορπίσει την Τότεναμ με 5-2 και πάρει το κρίσιμο ματς και τελικώς τον τίτλο εκείνης της χρονιάς.
Μόνο που εκείνη η ομάδα ήταν ήδη πρωταθλήτρια Αγγλίας και κάτοχος του Champions League. Εκείνη η ομάδα είχε πάρει αήττητη τη μεγάλη κούπα στη Μόσχα τον Μάιο του 2008 κι έφτασε αήττητη μέχρι τον τελικό της Ρώμης τον Μάιο του 2009, για να υποταχθεί μόνο στην πρώτη εμφάνιση της μεγάλης Μπαρτσελόνα. Εκεί η ομάδα είχε τον Βίντιτς και τον Φέρντιναντ τρία χρόνια νεότερους κι υγιείς. Είχε τον Φαν ντερ Σάαρ και τον Εβρά στην καλύτερη κατάσταση της καριέρας τους. Είχε μαζί τον Ρούνι, τον Κριστιάνο Ρονάλντο, τον Τέβες, τον Μπερμπάτοφ και τον Νάνι. Είχε νεότερους ακόμα και τον Γκιγκς με τον Σκόουλς, είχε τον Κάρικ, τον Αντερσον, τον Φλέτσερ κι ο μόνος που είχε χάσει ήταν ο Χάργκριβς, που είχε τραυματιστεί.
Για όλα αυτά, δεν υπήρχαν και πολλά να συζητήσεις επειδή πήρε ένα αστείο πέναλτι και τελικώς έκανε 5-2 ένα 0-2 στο ημίχρονο πέντε αγώνες πριν το τέλος και πήρε το πρωτάθλημα. Η Γιουνάιτεντ ήταν απλώς πολύ καλή, πάρα πολύ καλή, και τελείωσε τη σεζόν με 90 πόντους, τέσσερις περισσότερους από τους 86 της Λίβερπουλ, που είχε χάσει μόνο δύο αγώνες μέσα στη σεζόν. Γελοίο ή όχι το πέναλτι που της έδωσε ο Γουέμπ, δεν μπορούσες να σταθείς και πολύ σ' αυτό. «Η μικρή αβάντα του πρωταθλητή», σιγά το πράγμα.
Τα χρόνια πέρασαν. Και πέρσι η Γιουνάιτεντ, με μια δυναμικότητα που είναι αστείο να τη συγκρίνει κανείς με αυτή του 2009, έχασε το πρωτάθλημα μόνο στην ισοβαθμία από μια πανίσχυρη Σίτι. Η ομάδα που στους ομίλους του Champions League όχι μόνο αποκλείστηκε (όπως κι η Σίτι άλλωστε) αλλά κατάφερε να κερδίσει μόνο την Οτελούλ. Πώς γίνεται; Μόνο χάρη στη φανέλα και στο DNA του πρωταθλητισμού;
Μάλλον όχι. Γίνεται γιατί πολύ απλά η περσινή Γιουνάιτεντ είχε μια βοήθεια που ξεπέρασε κάθε προηγούμενο στην Premier League. Στο πρώτο ντέρμπι με την Τσέλσι στο Ολντ Τράφορντ είδε τον ίδιο επόπτη να την αφήνει να φτάσει στο 2-0 με δύο γκολ ξεκάθαρα οφσάιντ, μπροστά στα μάτια του. Οταν επισκέφθηκε το Στάμφορντ Μπριτζ, βρέθηκε να χάνει με 3-0 στο 2ο ημίχρονο και πήρε δύο αστεία πέναλτι για να κάνει το ματς ντέρμπι ξανά και να γλιτώσει με 3-3. «Η καρδιά του πρωταθλητή».
Την ίδια ώρα η Σίτι έβρισκε κόντρα όπου μπορούσε να τη βρει, με τον ίδιο τρόπο που την έβρισκε κι η Αρσεναλ το 2010. Η Γιουνάιτεντ στεκόταν όρθια ακόμα κι όταν δεν μπορούσε κι οι «άλλοι γκέλαραν, επειδή δεν έχουν την φανέλα, δεν αντέχουν τον πρωταθλητισμό», έτσι έλεγαν όλοι. Μόνο που πρωταθλητισμός είναι να μπορείς να κερδίζεις ακόμα κι όταν είσαι κακός. Οταν, όμως, ο αντίπαλός σου δεν χάνει ακόμα κι όταν πρέπει, γιατί δεν τον αφήνουν να χάσει, πώς να αντέξεις;
Και φτάσαμε στο τέλος της σεζόν, στα must-win παιχνίδια. Γιουνάιτεντ - ΚΠΡ, με τους φιλοξενούμενους να παλεύουν για τη σωτηρία. Στο 15' κάθετη στον Ασλι Γιανγκ, που είναι οφσάιντ με ένα σώμα απόσταση από τους αμυντικούς. Ο επόπτης έχει ξεκάθαρα τη φάση μπροστά του, δεν σηκώνει τη σημαία. Ο Γιανγκ βουτάει μεγαλοπρεπώς με το πρώτο άγγιγμα, πέναλτι κι αποβολή στο 15'. Λάθη γίνονται, οι βουτιές ξεγελάνε, αλλά τέτοιο οφσάιντ, μπροστά στα μάτια σου, δεν το σηκώνεις μόνο αν δεν θες να το σηκώσεις.
Γελάει όλο το Νησί με τη φάση, η Γιουνάιτεντ χάνει με 1-0 εκτός από τη Γουίγκαν στο επόμενο παιχνίδι και επιστρέφει στο Ολντ Τράφορντ απέναντι στη Βίλα. Μόλις στο 7ο λεπτό, ο Γιανγκ κάνει μια ακόμα πιο γελοία βουτιά, μπροστά στα μάτια του διαιτητή. Ο Χάσλι (ω, τι σύμπτωση) δεν έχει κανένα πρόβλημα να δείξει τη βούλα, παρότι σίγουρα έχει δει τον ίδιο παίκτη να βουτάει δυο βδομάδες νωρίτερα στον αγώνα με την ΚΠΡ.
Σαν να μην έφταναν τα περσινά, το ίδιο βιολί συνεχίζεται και φέτος. Σαουθάμπτον - Γιουνάιτεντ, η ομάδα του Φέργκιουσον χάνει με 2-1, πάσα στον Φαν Πέρσι, καθαρό τάκλιν με το ένα πόδι που διώχνει την μπάλα, πέναλτι. Επόμενο ματς, εντός απέναντι στη Γουίγκαν, 5ο λεπτό, ο Γουέλμπεκ τσιμπάει την μπάλα, βουτάει με τρόπο που ξεπερνάει ακόμα και τη γελοιότητα του Γιανγκ, αφού δεν υπάρχει καν η ελάχιστη επαφή, πέναλτι. Επόμενο ματς, στο Ανφιλντ, ο Βαλένσια ξεχύνεται, δεν επιχειρεί καν να σουτάρει, περιμένει την όποια επαφή, πέναλτι.
Τα δύο από τα τρία δεν μπήκαν κι η Γιουνάιτεντ κέρδισε με καθαρά γκολ και τη Σαουθάμπτον και τη Γουίγκαν. Αλλά το θέμα δεν είναι το όποιο τελικό αποτέλεσμα. Το θέμα είναι η τρομερή ευκολία με την οποία οι διαιτητές συνεχίζουν να πηγαίνουν στη βούλα, ενώ έχουν δει πως στον προηγούμενο αγώνα έχουν δοθεί πέναλτι που δεν είναι. Οι καλύτεροι διαιτητές στον κόσμο, αυτοί που μισούν τις βουτιές. Αυτοί που λένε «παίζετε» και βγάζουν κάρτες σε όποιον πάει να τους κοροϊδέψει. Αυτοί που αν τελικώς ξεγελαστούν από κάποιον παίκτη, δώσουν το πέναλτι και μετά το τέλος δουν πως δεν ήταν, τον βάζουν αμέσως στο σημάδι και δεν του δίνουν ούτε τον πυρετό τους, ακόμα και σε φάσεις που μπορεί να υπάρχει παράβαση. Αυτοί οι διαιτητές επιμένουν να μη σηκώνουν τη σημαία, ακόμα και σε φάσεις που γίνονται μπροστά στα μάτια τους, επιμένουν να πηγαίνουν διαρκώς στη βούλα, ακόμα και σε φάσεις που δεν γίνεται ούτε να ξεγελαστείς.
Ξέρω. Οι οπαδοί της Γιουνάιτεντ θα θυμηθούν πολλά. Θα πουν πως το γκολ της Τσέλσι που έκρινε κάποτε έναν τίτλο ήταν οφσάιντ, πως πέρσι δόθηκε λανθασμένα πέναλτι στη Νιούκαστλ στο Ολντ Τράφορντ, πως στο περσινό 3-3 με την Τσέλσι ζήτησαν πέναλτι με το ματς στο 0-0 και διάφορα άλλα. Προφανώς και δεν γίνεται να περάσουν 38 αγωνιστικές χωρίς οι διαιτητές να πάρουν λάθος απόφαση εναντίον σου.
Αλίμονο αν τα όποια λάθη εναντίον της Γιουνάιτεντ μπορούν να αντισταθμίσουν αυτό που συμβαίνει υπέρ της, κατά συρροή και κατ' εξακολούθηση. Συνήθως, αν πάρεις ένα σφύριγμα που μετά αποδειχθεί λανθασμένο, ή έστω αμφισβητούμενο, το «πληρώνεις» όταν σου αρνούνται κάτι «πιο καθαρό». Εδώ η ευκολία παραμένει ίδια σε βάθος χρόνου, εδώ η βοήθεια είναι σχεδόν πάντα παρούσα αν κι εφόσον χρειαστεί, ή ακόμα και στην αρχή, για να μην υπάρχει άγχος. Δεν γίνεται να μην το δεις.
Είναι δικαίωμα του καθενός να πιστεύει πως όλα αυτά προέρχονται από έναν πικραμένο οπαδό της Λίβερπουλ. Το κατά πόσο έχω εμπάθεια εναντίον της Γιουνάιτεντ ή όχι μπορεί ο καθένας να το κρίνει με βάση τα κείμενά μου τόσα χρόνια, έντυπα ή διαδικτυακά. Ομως, σκεφτείτε πως το θέμα εδώ και καιρό δεν είναι η Λίβερπουλ που βολοδέρνει, αλλά οι ομάδες που έχουν τους ίδιους στόχους με τη Γιουνάιτεντ, η Τσέλσι, η Αρσεναλ, η Σίτι.
Αγαπητοί μου, όπως και με τον Ολυμπιακό της παράγκας, το πρόβλημα δεν είναι του αιωνίου αντιπάλου, «που καλύτερα να κοιτάει τα χάλια του». Είναι όλων των ομάδων, είτε παλεύουν για το πρωτάθλημα είτε κυνηγάνε την έξοδο στην Ευρώπη είτε μάχονται για τη σωτηρία. Οπότε, αν αρνείστε να δείτε τι συμβαίνει και τα βλέπετε όλα φυσιολογικά, είναι καιρός να υιοθετήσετε και την ολυμπιακή καραμέλα εκείνων των χρόνων και να ξεμπερδεύετε. Είμαστε όλοι αντί-Γιουνάιτεντ, αυτό φταίει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου